Ο Άγιος Μάμας Χαλκιδικής και η πέριξ περιοχή

- Χώρος μαχών, από την εποχή του Ξέρξη μέχρι και την Γερμανική κατοχή

- Του Στυλιανού Κυρίμη, Αντιστρατήγου ε.α.

Αξιολογούντες από στρατιωτικής άποψης και ενδιαφέροντος την περιοχή του Αγίου Μάμαντος αλλά και του πέριξ αυτού χώρου σε ακτίνα 5 - 20 χλμ., θα διαπιστώσουμε ότι αποτελεί τον πλέον ζωτικό χώρο, για συγκέντρωση δυνάμεων και διεξαγωγή τακτικών επιχειρήσεων στη νότια Χαλκιδική και στην κεντρική Μακεδονία γενικότερα.
Ο κατέχων λοιπόν τον στρατηγικό αυτό χώρο δύναται ευκόλως να συγκεντρώσει ή να μεταφέρει δυνάμεις με πολλαπλούς τρόπους (οδικώς, θαλασσίως, εναερίως) και να διεξάγει επιχειρήσεις από και προς τη Θεσσαλονίκη (χάρτης 1), και ενδότερα, ή στο εσωτερικό της Χαλκιδικής (Κασσάνδρα, Πολύγυρο, Σιθωνία).

000000855

Οι κυριότεροι λόγοι που συμβάλουν στην σπουδαιότητα του χώρου αυτού και τον καθιστούν μεγάλης στρατηγικής αξίας είναι οι εξής : 

- Η καταλληλότητα του εδάφους (πεδινό, χωρίς εξάρσεις και υδάτινα κωλύματα) για διεξαγωγή επιχειρήσεων πεζικού και ιππικού παλαιότερα, και νυν δια συγχρόνων μηχανοκινήτων δυνάμεων.
- Η χωρητικότητα της περιοχής για συγκέντρωση επαρκών δυνάμεων και διεξαγωγή αγώνων προς πολλές κατευθύνσεις.
- Η ομαλότητα του εδάφους που επιτρέπει την μεταφορά δυνάμεων εναερίως με ρίψη αλεξιπτωτιστών και προσγείωση μαχητικών ελικοπτέρων.
- Η ύπαρξη αρκετών αιγιαλών αποβιβάσεως ναυτικών δυνάμεων με ειδικές λέμβους, ειδικά στον Τορωναίο κόλπο και υποστήριξη ενδεχομένων επιχειρήσεων με επίγειες και ναυτικές δυνάμεις.
- Η δυνατότητα ελέγχου αεροπορικών επιχειρήσεων με τους υπάρχοντες δύο (2) πύργους της αεροπορίας στην ακτή του χωριού.
- Το πλεονέκτημα αυτής της περιοχής να δεσπόζει του Θερμαϊκού και του Τορωναίου κόλπου με αποτέλεσμα να ελέγχει όλες τις θαλάσσιες μεταφορές και κινήσεις τυχόν πολεμικών ή άλλων πλοίων.
Προς επιβεβαίωση των παραπάνω θα ήθελα να αναφέρω ότι δεν είναι τυχαία η ύπαρξη και ανάπτυξη στο πέταλο του Τορωναίου ή κόλπου του Αγίου Μάμαντος και σε ακτίνα 20 χλμ. περίπου, από τον 5ο αιώνα πΧ., των σπουδαιότερων πόλεων της εποχής εκείνης όπως η Ποτίδαια, η Σπάρτωλος, η Όλυνθος, η Σκώλος και η Μηκυβέρνα (χάρτης 2)

000000857

Εξετάζοντας τώρα χρονολογικά την ιστορία θα δούμε αναλυτικά τα γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρα στο ζωτικό αυτό χώρο.
- Το 479 πΧ. ο Πέρσης στρατηγός Αρταβάζος ο οποίος είχε εκστρατεύσει στην Ελλάδα μετά τον Ξέρξη συγκεντρώνοντας δυνάμεις στο ζωτικό χώρο του Αγίου Μάμαντος, επιτέθηκε και πολιόρκησε την Ποτίδαια επί τρείς σχεδόν εβδομάδες (αμέσως μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας διότι είχε αποστατήσει από το μεγάλο Βασιλέα) χωρίς αποτέλεσμα. Μετά την αποτυχία αυτή, αλλά και λόγω μιας μεγάλης πλημμύρας η οποία κατέστρεψε μεγάλο μέρος του στρατού του, ο Αρταβάζος υποπτευόμενος πιθανή επανάσταση της Ολύνθου και των γύρω πόλεων, χρησιμοποίησε πάλι τον ίδιο χώρο συγκεντρώσεως και ως χώρο εξορμήσεως, επιτέθηκε εναντίον της και αφού την πολιόρκησε επί ημέρες, την κατέλαβε και τη χάρισε στους Χαλκιδαίους συμμάχους του. Στη μάχη αυτή, όσους συνέλαβε, τους οδήγησε στη λίμνη του Αγίου Μάμαντος, που τότε ονομαζόταν Βολυκή, και τους κατέσφαξε. Ήταν δε τόσα τα πτώματα και η δυσοσμία των άταφων πτωμάτων, που η λίμνη από τους κατοίκους μετονομάστηκε σε Βρωμολυκή.
- Το 431 πΧ. οι Αθηναίοι εξεστράτευσαν εναντίον της Ποτίδαιας (τότε ήταν Κορινθιακή αποικία) και την πολιόρκησαν για δύο έτη, έχοντας ως χώρο συγκεντρώσεως και εξορμήσεως πάλι τον ίδιο χώρο της λίμνης Βολυκή και του πέριξ θαλάσσιου χώρου. Το 429 π.Χ,. μετά τη διετή πολιορκία, η Ποτίδαια υποκύπτει στους Αθηναίους. Ομοίως, το ίδιο έτος, οι Αθηναίοι επιτίθενται και καταστρέφουν τη Σπάρτωλο. Κατά τη συνθήκη που υπογράφεται οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη, μόνο με ένα ιμάτιο οι άνδρες και δύο οι γυναίκες και διασκορπίσθηκαν σε ολόκληρη τη Χαλκιδική, οι περισσότεροι όμως εγκαταστάθηκαν στην Όλυνθο. Στην εν λόγω πολιορκία λέγεται ότι έλαβε μέρος και ο μεγάλος Αθηναίος φιλόσοφος Σωκράτης ως απλός στρατιώτης, ο οποίος και αγωνίσθηκε γενναία, κυρίως όταν κινδύνευσε στη μάχη ο μαθητής του Αλκιβιάδης.
- Το 357 π.Χ,. ο Φίλιππος Β’, από τον ίδιο χώρο, θέλοντας να επιβληθεί στο «κοινό των Χαλκιδαίων» που πρωτοστατούσε η Όλυνθος, μετά την καταστροφή της Αμφίπολης, πολιορκεί την Ποτίδαια, την καταλαμβάνει και την καταστρέφει, δδεξανδραποδίζοντας όλους τους κατοίκους και την δωρίζει στους Ολυνθίους ως αντίδωρο για τη φιλική τους στάση. Ἐτσι η περιώνυμος Ποτίδαια εξαφανίστηκε παντελώς και μόνο μετά από σαράντα περίπου χρόνια, το 315 π.Χ,. ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Κάσσανδρος την ξανακτίζει και την ονομάζει «Κασσάνδρεια».Επι εποχής του λέγεται ότι διανοίχθη και ο γνωστός Ισθμός.
- Το 348 π.Χ.. ο Φίλιππος Β’, αφού συγκέντρωσε ισχυρές δυνάμεις, επιτίθεται κατά της Ολύνθου την οποία καταστρέφει όπως λέγεται εκ θεμελίων και πουλάει τους κατοίκους της ως δούλους. Η πράξη αυτή του Φιλίππου είχε ως σκοπό την εκδίκηση, καθ’ όσον η Όλυνθος είχε συμμαχήσει με τους Αθηναίους (γνωστοί για το γεγονός οι Φιλιππικοί του ρήτορα Δημοσθένη στην Αθήνα) και την απρόσκοπτη πλέον κίνησή του προς νότον. Οι εναπομείναντες κάτοικοι της Ολύνθου εγκαταστάθηκαν στην σημερινή περιοχή του Αγίου Μάμαντος καλούμενη και «Ολυνθία». Για ιστορικούς και μόνο λόγους θα ήθελα να μνημονεύσω το μίσος του Φιλίππου κατά των Ολυνθίων, ο οποίος, όταν αντιπροσωπεία τους μετέβει να του ζητήσει σύναψη ειρήνης, τους απάντησε : «ή εσείς δεν πρέπει να κατοικείτε στην Όλυνθο ή εγώ στη Μακεδονία».

- Μετά την περίοδο του Φιλίππου και την καταστροφή όλων των τότε πόλεων που συμμετείχαν στο «κοινό των Χαλκιδαίων», έχουμε μόνο την Κασσάνδρεια, επί εποχής Κάσσανδρου, να καθίσταται η σημαντικότερη των πόλεων της Μακεδονίας, με άνθηση του εμπορίου και της ναυπηγίας μικρών κυρίως πλοίων. Μάλιστα το 307 πΧ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής κατασκεύασε εκεί 100 πλοιάρια και κατέστησε το λιμάνι της μεγάλη αποθήκη ναυπηγήσιμης ξυλείας.
- Το 179 – 168 π.Χ., στα χρόνια του Περσέα, του τελευταίου βασιλιά της Μακεδονίας, η Κασσάνδρεια πολιορκήθηκε από τους Ρωμαίους και παρά τη σθεναρή αντίστασή της, τελικά αναγκάστηκε να παραδοθεί.
- Στον ίδιο χώρο και με επίκεντρο πάλι την Κασσάνδρεια, έχουμε πολλές πολιορκίες και καταστροφές, όπως επί βασιλέως Αντίγονου Γονατά (276 - 239 πΧ.) Τελικά το 269 μ.Χ. πολιορκήθηκε από τους Γότθους και το 540 μ.Χ. καταστράφηκε από τους Ούνους. Η καταστροφή αυτή όμως ήταν πολύ μεγάλη, διότι η Κασσάνδρεια από τότε άρχισε να φθίνει ώσπου το 14ο αιώνα ήταν έρημη πια και το κάστρο της εγκαταλελειμμένο.

HVGIF NEA

Η παρουσία όμως κατοίκων στην περιοχή συνεχίστηκε τόσο επί Ρωμαϊκής όσο και αργότερα επί Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ξαναγεννιούνται νέα χωριά και οικισμοί όπως οι Πόρτες στη θέση της Κασσάνδρειας, ο Άγιος Μάμας στη θέση της Ολυνθίας περιοχής, η Πορταριά στη θέση της Σπαρτώλου, τα Μαριανά (οικισμός βορείως της Ν. Ολύνθου) και το Μυριόφυτο πλησίον της παλαιάς Ολύνθου. Μάλιστα από πολλούς αρχαιολόγους (όπως ο Robinson) και συγγραφείς (όπως ο Δ. Σαμσάρης) αναφέρουν για ύπαρξη Ρωμαϊκών ευρημάτων (επιγραφές, διάφορα ανάγλυφα με παραστάσεις), ως και στον κάμπο του Αγίου Μάμαντος (ύπαρξη αγροικίας - Villa Rustica).

Μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την κατάληψη της Χαλκιδικής από τους Τούρκους το 1430 μ.Χ. ακολουθεί η Τουρκοκρατία η οποία διαρκεί 482 χρόνια, ήτοι μέχρι το 1912 που γίνεται η απελευθέρωσή της. Από το 1430 μέχρι το 1821 η περιοχή που εξετάζουμε αλλά και ολόκληρη η Χαλκιδική γενικότερα βρίσκονται υπό κατοχή και σκλαβιά μη δυνάμενοι οι κάτοικοι να αντιδράσουν. Μικροκινήματα ή ξεσηκωμοί εξουδετερώνονται άμεσα από τις Τουρκικές δυνάμεις. Έτσι κάθε όνειρο για επανάσταση και απελευθέρωση να φαίνεται ακατόρθωτο. Η δουλεία πλέον ήταν πραγματικότητα καθόσον όλη η περιουσία των κατοίκων περιήλθε στα χέρια των Τούρκων και αυτοί ήσαν κολίγοι στα ίδια τους τα κτήματα.
Η περιοχή του Αγίου Μάμαντος περιήλθε στα χέρια κάποιου Τούρκου Μπέη που εκεί έφτιαξε το τσιφλίκι του που αργότερα αγοράστηκε από τον Μιχαήλ Βέη, Σερραίο μεγαλοκτηματία, το οποίο διατήρησε μέχρι το 1920 που έγινε η οριστική εξαγορά των κτημάτων από τους κατοίκους και η διανομή της μεγαλύτερης περιουσίας του τσιφλικά στους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ενώ δίπλα στη θέση των νυν Ν. Μουδανιών, υπήρχε το τσιφλίκι του Τούρκου Χατζή Οσμάν το οποίο απαλλοτριώθηκε υπέρ των προσφύγων το 1922.

Το 1821 η περιοχή βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο με την επανάσταση της Χαλκιδικής. Ο Εμμανουήλ Παπάς μετά την καταστροφή του καπετάν Χάψα στα Βασιλικά αποφασίζει να αμυνθεί με τους εναπομείναντες επαναστάτες στον ισθμό της Κασσάνδρας, ενισχυόμενος από τους οπλαρχηγούς των Πιερίων Διαμαντή, τον Λιακόπουλο της Θεσσαλίας καθώς και τον ντόπιο οπλαρχηγό Γιαννιό.

Περί τα τέλη του μηνός Ιουνίου 1921, ο διοικητής Θεσσαλονίκης Γιουσούφ Μπέης, με δύναμη 4500 ανδρών και τριών πυροβόλων, στρατοπεδεύει στον Άγιο Μάμα προκειμένου να επιτεθεί κατά των αμυνομένων στον ισθμό της Κασσάνδρας ή Πόρτες όπως ονομαζόταν επί Τουρκοκρατίας.
Αρχές Ιουλίου του ιδίου έτους ο Γιουσούφ επιχειρεί με συνεχείς εφόδους να καταλάβει τον ισθμό, αποτυγχάνει όμως με πολλές απώλειες και περιορίζεται να παρενοχλεί τους αμυνόμενους με μικροεπιθέσεις, βάλλοντας από μακριά και συγκεκριμένα από την περιοχή της λίμνης του Αγίου Μάμαντος την οποία χρησιμοποιεί ως χώρο εξορμήσεως, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Προς το τέλος του πρώτου δεκαημέρου του Ιουλίου 1821 ένα πετυχημένο σχέδιο όλων των οπλαρχηγών και υλοποιούμενο από τον Διαμαντή παρασύρει σε παγίδα τον Γιουσούφ εντός της λίμνης (ξακουστή μάχη των ελών) με αποτέλεσμα να φονευθούν 500 Τούρκοι και να περιέλθουν στην κατοχή του Διαμαντή πολεμικές σημαίες και άφθονα πυρομαχικά. Η καταστροφή του Γιουσούφ συνεχίσθηκε και από θαλάσσης με πυρά Ψαριανών πλοίων κατά του στρατοπέδου του.

Μετά την αναχώρηση του Μπαϊράμ πασά προς νότο, ο Σουλτάνος διόρισε στρατιωτικό διοικητη Θεσσαλονίκης τον Μεχμέτ Εμίρ πασά (με το παρατσούκλι Εμπού Λουμπούτ ή Αβδουλαβούλ πασά). Ο Μεχμέτ μόλις ανέλαβε τη διοίκηση και αφού επανεκτίμησε την όλη επικρατούσα κατάσταση στη Χαλκιδική, αρχικά προσπάθησε να καθησυχάσει τους Έλληνες με διάφορες προκηρύξεις εξυμνώντας τους, ενώ παράλληλα προέβει στη στρατολόγηση μεγάλου αριθμού Τούρκων πολιτών ηλικίας από 16 - 50 ετών.
Στις 26 Οκτ. 1821 ο στρατός του Μεχμέτ Εμίρ αριθμούσε 17.500 πεζούς και ιππείς. Απ’ αυτούς τους 3.500 απέστειλε προς την Ιερισσό και με τους υπόλοιπους μαζί με 500 εξοπλισμένους Εβραίους υπό τον Ιωσήφ Περέζ, κινήθηκε προς τον ισθμό. Μετά από δύο ημέρες πορεία έφθασε στον Άγιο Μάμα και ενώθηκε με τα υπόλοιπα τμήματα του Γιουσούφ Μπέη.
Ο πεπειραμένος πολεμιστής Μεχμέτ Εμίρ, αφού αναγνώρισε τις θέσεις των αμυνομένων και τις δυνάμεις που υπερασπιζόταν τον ισθμό (είχαν αποχωρήσει τόσο ο Διαμαντής όσο και ο Λιακόπουλος για διάφορους λόγους), αποφάσισε να επιτεθεί.

Στις 14 Νοε. 1821 με το πρώτο φώς επιτέθηκε σε όλο το μέτωπο του ισθμού, καταλαμβάνοντάς τον, φονεύει τους αμυνόμενους και καταστρέφει ολόκληρη την Κασσάνδρα (Χαλασμός της Κασσάνδρας) με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα και τον τερματισμό της επανάστασης στη Χαλκιδική. Από πλευράς Αγιομαμιτών πολεμιστών αναφέρω τους αδελφούς Δημήτριο και Αθανάσιο Πολύζο και τον Ιωάννη Αυγερινό.

Το 1854 μετά από 33 ακόμη χρόνια σκλαβιάς, η Χαλκιδική μαζί με άλλες περιοχές της Μακεδονίας με αρχηγό τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Καρατάσο (Τσάμη) (Υπασπιστή του Βασιλιά Όθωνα) επαναστατεί και πάλι ξεκινώντας τώρα από τη χερσόνησο της Σιθωνίας (Καλαμίτσι). Σε ό,τι αφορά την περιοχή του Αγίου Μάμαντος αναφέρω την αποστολή από τον Καρατάσο ενός ισχυρού τμήματος προκειμένου να εμποδίσει την κίνηση Τουρκικού στρατού προς την Ορμύλια και τον Πολύγυρο. Πράγματι το τμήμα αυτό συνάντησε Τουρκικό τμήμα 300 ανδρών το οποίο εκινείτο προς Ορμύλια και μετά από επίθεση το διέλυσε προκαλώντας του πολλές απώλειες.

Αργότερα στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912 πολλοί Χαλκιδικιώτες αρνούνται να καταταγούν στον Τουρκικό Στρατό (αν και Τούρκοι υπήκοοι), συγκροτούν αντάρτικα αποσπάσματα και παρενοχλούν τις Τουρκικές δυνάμεις ή μεταβαίνουν στην ελεύθερη Ελλάδα και κατατάσσονται στον Ελληνικό Στρατό. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Αγιομαμίτης οπλαρχηγός Β. Παπακώστας (ιστορία Δ. Ζάγκλη), ο οποίος με τους Χαλκιδικιώτες αντάρτες εισήλθαν πρώτοι στον Πολύγυρο στις 18 Οκτ. 1912 και συνέβαλαν στην απελευθέρωση του Πολυγύρου. Μάλιστα για να θυμηθούμε τα γεγονότα της εποχής, 15 ημέρες μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτ. 1912) εισήλθε στον Πολύγυρο και ο Ταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού Πάνος Κολοκοτρώνης (εγγονός του Θεόδ. Κολοκοτρώνη) μαζί με τον Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίο.

Η τελευταία παρουσία εχθρικών δυνάμεων στο χώρο του Αγίου Μάμαντος και της γύρω περιοχής υπήρξε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1941 με τη Γερμανική κατοχή για την οποία έχουμε περισσότερες περιγραφές και πληροφορίες λόγω της συμμετοχής πολλών κατοίκων στις επιχειρήσεις.

Αναλυτικώτερα τα γεγονότα της εποχής εκείνης , εξελίχθηκαν ως εξής :
- Μετά την είσοδο των Γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα άρχισε πρώτα η δια αέρος και μετά η επίγεια αναγνώριση του εδάφους για τη μεταφορά και εγκατάσταση των μονάδων. Ως κατάλληλος χώρος για τη μεταφορά μιας Ταξιαρχίας επελέγη η περιοχή του Αγίου Μάμαντος. Οι θέσεις στρατοπεδεύσεως των Μονάδων ως και η τάξις των βαρέων όπλων είχαν καθορισθεί εκ των προτέρων με τις αναγνωρίσεις που είχαν γίνει με αποτέλεσμα κάθε μονάδα προσερχόμενη στο χώρο καταυλισμού να καταλαμβάνει εξ αρχής τη θέση της και να προβαίνει άμεσα στην οργάνωση του εδάφους.

000000858

- Η άφιξη και η ολοκλήρωση των κατοχικών στρατευμάτων έγινε τη Μεγάλη εβδομάδα του 1941, η δε διάταξη των Μονάδων είχε ως εξής :
Στον τομέα του Θερμαϊκού κόλπου (περιοχή Αλμυρόλακου) είχε ταχθεί ένα τάγμα πεζικού (Γερμανικό) μια πυροβολαρχία βαρέως πυροβολικού (5 - 6 επάκτια ταγμένα πυροβόλα μακρού βεληνεκούς στην περιοχή Γκρέμνια) με αποστολή την προσβολή τυχόν εχθρικής νηοπομπής, καθώς και την αντιμετώπιση ενδεχόμενης απόβασης στον κόλπο. Προς τούτο είχαν οργανωθεί πολλές θέσεις πυροβολείων, όλμων και είχε γίνει ναρκοθέτηση του αιγιαλού εκεί που σήμερα βρίσκονται τα ξενοδοχεία «Πόρτες», «Ποτίδαια» και το κάμπιγκ «Ουζούνη». Η περιοχή μάλιστα που είχαν ταχθεί τα πυροβόλα, στα Γκρέμνια, ονομάζεται μέχρι και σήμερα «κανόνια».
Στον άλλο τομέα του Τορωναίου κόλπου (περιοχή Αράπη πηγάδι - Ανδρόνενα) είχε ταχθεί ένα τάγμα πεζικού (Βουλγαρικό) και μια πυροβολαρχία (5 - 6 ελαφρά πυροβόλα και είχαν οργανωθεί αρκετές θέσεις πολυβόλων και όλμων, με αποστολή την αντιμετώπιση ενδεχόμενης απόβασης στους αιγιαλούς του Αγίου Μάμαντος. Για το σκοπό αυτό είχε ναρκοθετηθεί ολόκληρος ο αιγιαλός (από τον Όλυνθο ποταμό - Ξέκωμα μέχρι την τοποθεσία Παληοχαίρωνα).
Οι λοιπές μονάδες υποστήριξης (Εφοδιασμού - Μεταφορών, Υλικού πολέμου, και Μηχανικού) είχαν ταχθεί στην περιοχή Αλμυρόλακος - Ανδρόνενα.
Το Στρατηγείο της Ταξιαρχίας είχε εγκατασταθεί αρχικά εντός του χωριού (γραφείο Κοινότητας) και αργότερα επέλεξαν υπαίθριο κατάλληλο χώρο προς την περιοχή Ν. Μουδανιών. Το σχολείο του χωριού το χρησιμοποίησαν για τη φύλαξη υλικών ναρκοπολέμου και υλικών επικοινωνίας (για μεγαλύτερη ασφάλεια από τυχόν βομβαρδισμούς). Μάλιστα στην είσοδο του σχολείου έχτισαν χωριστό φυλάκιο (υπήρχε μέχρι το 1950) στο οποίο είχε εγκατασταθεί φρουρά ασφαλείας έχοντας όμως αρχιφύλακα πάντα Γερμανό.
Τέλος, ως εφεδρεία της Ταξιαρχίας υπήρχε ανάλογος δύναμη αρμάτων (δεν είναι γνωστός ο αριθμός) στην περιοχή της Πορταριάς. Ολόκληρος ο καταυλισμός επιτηρείτο με αρκετά επανδρωμένα φυλάκια, τα οποία ήλεγχαν και τους κατοίκους που πήγαιναν στις δουλειές τους.

Τα περισσότερα από τα έργα τα κατέστρεψαν οι ίδιοι οι Γερμανοί κατά την αναχώρησή τους. Τα λιγοστά διατηρηθέντα τα μπάζωσαν οι ιδιοκτήτες των χωραφιών για να μπορούν να καλλιεργούν τα κτήματά τους. Απ’ όλα τα έργα σήμερα διασώζεται μόνο ένα πολυβόλο στην τοποθεσία Ανδρόνενα (φωτο).

Η αποχώρηση των Βουλγάρων έγινε στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1944, ενώ των Γερμανών λίγες μέρες αργότερα, δηλαδή στα μέσα περίπου του μηνός Σεπτεμβρίου. Στο χρονικό διάστημα μεταξύ αποχώρησης των Βουλγάρων και των Γερμανών σημειώθηκε η παρουσία μικρού αριθμού Μογγόλων (Τάταροι σύμμαχοι των Γερμανών).

Κατά τη Γερμανική κατοχή παρ’ όλο που δεν δημιουργήθηκαν σοβαρά προβλήματα και συγκρούσεις μεταξύ των κατοίκων και των Γερμανών ή των Βουλγάρων εν τούτοις τα σημάδια της ήταν πολλά και ορατά.
- Πρώτον η διακοπή λειτουργίας του δημοτικού σχολείου (λόγω καταλήψεως) με αποτέλεσμα μέρος των παιδιών να σταματήσουν τη φοίτησή τους και άλλα να πηγαινοέρχονται στο δημοτικό σχολείο της Πορταριάς.
- Δεύτερον η επιστράτευση των νέων για την κατασκευή έργων οχύρωσης του καταυλισμού.
- Τρίτον η απαγόρευση της κυκλοφορίας κυρίως τη νύχτα.
- Τέταρτον ο τραυματισμός του Δημ. Πλάτσα από πυροβολισμό, ο θανάσιμος τραυματισμός του Δημ. Μπιτσίνη και τέλος η προσωρινή σύλληψη του Ν. Παπανικολάου από τους Γερμανούς και ο τραυματισμός του από κάποιον εκρηκτικό μηχανισμό.

Σήμερα η περιοχή αυτή απολαμβάνει τον αέρα της ελευθερίας, τα αγαθά και τον πλούτο που τους προσφέρει το έδαφος και η θάλασσα. Το έδαφος με τα πολλά υπόγεια νερά και το κατάλληλο κλίμα δίνει τη δυνατότητα στους κατοίκους να ασχολούνται με πολλαπλές καλλιέργειες κυρίως όμως με τη βρώσιμη ελιά Χαλκιδικής.
Παράλληλα, τελευταία έχει δοθεί βαρύτητα στον τουρισμό, κυρίως με τη δημιουργία μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων, κάμπινγκ και αριθμού ενοικιαζόμενων δωματίων σε όλα σχεδόν τα χωριά της περιοχής, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι και κυρίως οι νέοι να παραμένουν στα χωριά τους και να υπάρχει ζωή και όχι εγκατάλειψη όπως συμβαίνει σε άλλα σημεία της Ελλάδος.



0000000HV

Last modified onΠαρασκευή, 30 Δεκεμβρίου 2016 21:59