Την ικανοποίησή του για το πλήγμα στο Αφγανιστάν εξέφρασε ο πρόεδρος Τραμπ

Την ικανοποίησή του για το πλήγμα στο Αφγανιστάν εξέφρασε ο πρόεδρος Τραμπ EPA/Department of Defense / HANDOUT HANDOUT EDITORIAL USE ONLY/NO SALES

Οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν την ισχυρότερη μη πυρηνική βόμβα που διαθέτουν στο οπλοστάσιό τους, την επονομαζόμενη «μητέρα όλων των βομβών», σε μια επιχείρηση που πραγματοποίησαν χθες Πέμπτη στο Αφγανιστάν εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, προκαλώντας την περηφάνια του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. «Είμαι πραγματικά περήφανος για τους στρατιωτικούς μας. Είναι μια νέα επιτυχία», δήλωσε ο Τραμπ στους δημοσιογράφους. «Τους έχω δώσει λευκή επιταγή (…) Ειλικρινά για αυτό τον λόγο έχουν σημειώσει τόσες επιτυχίες τον τελευταίο καιρό. Αν συγκρίνετε τι συνέβη τις τελευταίες οκτώ εβδομάδες με όσα συνέβησαν τα τελευταία οκτώ χρόνια, θα δείτε τεράστια διαφορά», πρόσθεσε.

Η βόμβα BGU-43, η ισχύς της οποίας ισοδυναμεί με περίπου 11 τόνους ΤΝΤ, έπληξε χθες το απόγευμα «μια σειρά από σήραγγες» στις 19:00 τοπική ώρα σήραγγες και σπήλαια που χρησιμοποιεί το Ισλαμικό Κράτος στην περιοχή Ατσίν της επαρχίας Νανγκαρχάρ. «Ήταν η πιο ισχυρή έκρηξη που έχω δει ποτέ. Η περιοχή τυλίχθηκε από τεράστιες φλόγες», δήλωσε ο Εσμαΐλ Σινουάρι κυβερνήτης της περιοχής Ατσίν. «Ο εχθρός υπέστη μεγάλες απώλειες», επεσήμανε από την πλευρά του ο Σαχουσάιν Μουρταζάουι εκπρόσωπος της αφγανικής προεδρίας.

Η επαρχία Νανγκαρχάρ, που βρίσκεται στα σύνορα με το Πακιστάν, είναι η περιοχή όπου εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στις αρχές του 2015 μαχητές του Ισλαμικού Κράτους στο Αφγανιστάν. Από τον Αύγουστο του 2016 οι αμερικανικές δυνάμεις έχουν εξαπολύσει πολλές αεροπορικές επιδρομές εναντίον προπυργίων των τζιχαντιστών. Πάντως σύμφωνα με τους αναλυτές η ρίψη αυτής της βόμβας δεν πρόκειται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην κατάσταση επί του πεδίου στο Αφγανιστάν, ενώ φαίνεται να είχε κυρίως στόχο να επιδείξει τη στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ και να προειδοποιήσει χώρες όπως η Βόρεια Κορέα.

«Το πλήγμα εναντίον μιας σειράς από σήραγγες στο Αφγανιστάν πιθανόν να προκάλεσε τον θάνατο 150 με 200 μελών του ΙΚ. Από αυτή την άποψη ήταν μια μέτρια επιτυχία», σχολίασε ο συνταγματάρχης εν αποστρατεία του αμερικανικού στρατού Νταγκ ΜακΓκρέγκορ. Ο ΜακΓκρέγκορ, που διοικούσε μονάδες του αμερικανικού στρατού στη διάρκεια του πρώτου πολέμου στο Ιράκ το 1991, προειδοποίησε ότι η χρήση ενός τέτοιου όπλου δεν είναι πιθανό να έχει στρατηγικές επιπτώσεις στη γενικότερη πορεία του πολέμου στο Αφγανιστάν. «Από στρατηγική άποψη, το πλήγμα δεν έχει επιπτώσεις στον πόλεμο στο Αφγανιστάν, όπου 40.000 μαχητές των Ταλιμπάν ανακτούν το έδαφος που είχαν χάσει τα τελευταία χρόνια, συντρίβοντας τον αφγανικό στρατό και την αστυνομία», επεσήμανε.

Ο στρατιωτικός αναλυτής του Brookings Institute Μάικλ Ο’ Χάνλον έκανε μια ανάλογη εκτίμηση: Η MOAB είναι «ένα όπλο που δεν έχει σημαντικές επιπτώσεις, οι οποίες συχνά του αποδίδονται κυρίως από τον θρύλο. Δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο, ούτε ιδιαίτερο κακό».

Εξάλλου ο διευθυντής του προγράμματος Περιβαλλοντικής Ασφάλειας και Βιωσιμότητας στο Grenn Cross International Πολ Γουόκερ δήλωσε ότι το πλήγμα αυτό είναι μια επίδειξη της αμερικανικής ισχύος προς τους εχθρούς της Ουάσινγκτον. «Η χρήση αυτής της μοναδικής βόμβας από την νέα κυβέρνηση Τραμπ καταδεικνύει μια πολύ πιο ισχυρή και επιθετική προσέγγιση στις κρίσεις από αυτή που είχε η προηγούμενη κυβέρνηση και αποτελεί ξεκάθαρα προειδοποίηση», εκτίμησε.

Ανάλογη άποψη έχει ο Ρίτσαρντ Γουάιτς, διευθυντής του Κέντρου Πολιτικών και Στρατιωτικών Αναλύσεων του Hudson Institute, σημειώνοντας ότι η χρήση της βόμβας αυτής είχε στόχο να επιδείξει τις ικανότητες των ΗΠΑ στο ΙΚ και τη Βόρεια Κορέα.

Τριάντα έξι μαχητές του ΙΚ σκοτώθηκαν από τη σούπερ βόμβα των Αμερικανών, σύμφωνα με την αφγανική κυβέρνηση

Η ισχυρότερη μη πυρηνική βόμβα που διαθέτουν οι ΗΠΑ και η οποία ερρίφθη χθες Πέμπτη στο ανατολικό Αφγανιστάν κατέστρεψε ένα δίκτυο τούνελ που χρησιμοποιεί το Ισλαμικό Κράτος και σκότωσε τουλάχιστον 36 μαχητές, ανακοίνωσε σήμερα η αφγανική κυβέρνηση αποκλείοντας το ενδεχόμενο να υπήρξαν άμαχοι μεταξύ των θυμάτων.

Η MOAB (Massive Ordinance Air Blast κατά την επίσημη ονομασία της, ή Mother of All Bombs, «μητέρα όλων των βομβών», όπως αποκαλείται από Αμερικανούς στρατιωτικούς), η ισχύς της οποίας ισοδυναμεί με περίπου 11 τόνους ΤΝΤ, έπληξε χθες την περιοχή Ατσίν της επαρχίας Νανγκαρχάρ. «Μετά τον βομβαρδισμό στρατηγικά καταφύγια του Νταές (αραβικό ακρωνύμιο του ΙΚ) και ένα σύμπλεγμα τούνελ καταστραφήκαν, ενώ 36 μαχητές του ΙΚ σκοτώθηκαν», ανέφερε το αφγανικό υπουργείο Άμυνας σε ανακοίνωσή του.

Σύμφωνα με την αφγανική προεδρία, ελήφθησαν προφυλάξεις ώστε να αποφευχθεί να υπάρξουν θύματα μεταξύ των αμάχων, ενώ πρόσθεσε ότι είχε ενημερωθεί για το πλήγμα από την Ουάσινγκτον. «Ήταν η πιο ισχυρή έκρηξη που έχω δει ποτέ. Η περιοχή τυλίχθηκε από τεράστιες φλόγες», δήλωσε ο Εσμαΐλ Σινουάρι κυβερνήτης της περιοχής Ατσίν. «Ο εχθρός υπέστη μεγάλες απώλειες», επεσήμανε από την πλευρά του ο Σαχουσάιν Μουρταζάουι εκπρόσωπος της αφγανικής προεδρίας. Η επαρχία Νανγκαρχάρ, που βρίσκεται στα σύνορα με το Πακιστάν, είναι η περιοχή όπου εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στις αρχές του 2015 μαχητές του Ισλαμικού Κράτους στο Αφγανιστάν. Από τον Αύγουστο του 2016 οι αμερικανικές δυνάμεις έχουν εξαπολύσει πολλές αεροπορικές επιδρομές εναντίον προπυργίων των τζιχαντιστών.

Βόρεια Κορέα: Η Πιόνγκγιανγκ επέκρινε τις ΗΠΑ επειδή μεταφέρουν "τεράστια, πυρηνικά στοιχεία" στην περιοχή. Η Ιαπωνία προετοιμάζεται για κλιμάκωση της έντασης στην κορεατική χερσόνησο

Η Βόρεια Κορέα κατήγγειλε σήμερα τις ΗΠΑ επειδή μεταφέρουν «τεράστια πυρηνικά, στρατηγικά στοιχεία» στην κορεατική χερσόνησο, την ώρα που ένα αμερικανικό αεροπλανοφόρο κατευθύνεται στην περιοχή καθώς αυξάνονται οι ανησυχίες ότι η Πιόνγκγιανγκ πρόκειται να προχωρήσει σε μια νέα, έκτη στη σειρά, δοκιμή πυρηνικού όπλου.

Η ένταση έχει οξυνθεί μετά τα αεροπορικά πλήγματα που εξαπέλυσε η Ουάσινγκτον στη Συρία, γεγονός που έχει προκαλέσει ανησυχία για τα σχέδια του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με τη Βόρεια Κορέα, η οποία εξακολουθεί να πραγματοποιεί δοκιμές βαλλιστικών και πυρηνικών πυραύλων, παρά τις κυρώσεις που της έχουν επιβληθεί.

Οι ΗΠΑ προειδοποίησαν ότι η πολιτική της «στρατηγικής υπομονής» τελείωσε. Από την πλευρά του εκπρόσωπος του ινστιτούτου για τον Αφοπλισμό και την Ειρήνη που υπάγεται στο υπουργείο Εξωτερικών της Βόρειας Κορέας εξέδωσε μια ανακοίνωση καταδικάζοντας τις ΗΠΑ για την επίθεση στη Συρία, ενώ παράλληλα ζήτησε να υπάρξει «ειρήνη μέσω της ισχύος». «Οι ΗΠΑ εισάγουν στην κορεατική χερσόνησο, μια από τις πιο θερμές περιοχές του πλανήτη, τεράστια στρατηγικά, πυρηνικά στοιχεία, απειλώντας σοβαρά την ειρήνη και την ασφάλεια της χερσονήσου και ωθώντας την κατάσταση εκεί στα πρόθυρα πολέμου», μετέδωσε το πρακτορείο KCNA. «Αυτό έχει προκαλέσει μια επικίνδυνη κατάσταση στην οποία ενδέχεται να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή στη χερσόνησο θερμοπυρηνικός πόλεμος και αποτελεί σοβαρή απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια», προσθέτει η ανακοίνωση.

Αύριο Σάββατο είναι η «Ημέρα του Ήλιου» για τη Βόρεια Κορέα, η 105η επέτειος από τη γέννηση του Κιμ Ιλ-Σουνγκ, ιδρυτή του κράτους. Η Κίνα, η μόνη σύμμαχος της Βόρειας Κορέα, η οποία όμως είναι αντίθετη στο πυρηνικό πρόγραμμα της Πιόνγκγιανγκ, ζήτησε να υπάρξουν διαπραγματεύσεις που θα οδηγήσουν σε μια ειρηνική επίλυση και την αποπυρηνικοποίηση της χερσονήσου. «Η στρατιωτική ισχύς δεν μπορεί να λύσει το θέμα», δήλωσε ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι.

Από την πλευρά του ο Τραμπ προειδοποίησε χθες ότι οι ΗΠΑ θα ασχοληθούν με το βορειοκορεατικό «πρόβλημα» με ή χωρίς την Κίνα. Στο μεταξύ τα μέσα ενημέρωσης στην Ιαπωνία μετέδωσαν ότι η κυβέρνηση επιβεβαίωσε πως θα λάβει όλες τις προφυλάξεις σχετικά με μια πιθανή νέα πρόκληση από τη Βόρεια Κορέα.

Σύμφωνα με την εφημερίδα Nikkei, η ιαπωνική κυβέρνηση συζήτησε μεταξύ άλλων πώς θα μπορέσει να απομακρύνει τους περίπου 57.000 Ιάπωνες που ζουν στη Νότια Κορέα, αλλά και πώς θα αντιμετωπίσει την πιθανή εισροή προσφύγων από τη Βόρεια Κορέα, μεταξύ των οποίων ενδέχεται να είναι πράκτορες και κατάσκοποι.

Το πρακτορείο ειδήσεων Kyodo μετέδωσε ότι η Ιαπωνία έχει ξεκινήσει να επεξεργάζεται σχέδια για να αντιμετωπίσει μια πιθανή κρίση στην κορεατική χερσόνησο από τον Φεβρουάριο, μετά τη συνάντηση του Ιάπωνα πρωθυπουργού Σίνζο Άμπε με τον Τραμπ. [ΑΠΕ-ΜΠΕ]